Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Άρτιο δώρο

Θέριεψε απόψε ο ουρανός,
 αραξοβόλισε στη στράτα του ολόγεμο φεγγάρι.
Αμφίδρομα τα σύννεφα το προσκυνούν
 και το ιππεύουν δώρο να μου το στείλουν,
 -σαν κάτι απόψε να γιορτάζω-.
 Σαν οπτασία, σαν αστραπή,
σαν αλειτούργητη ευχή που ταξιδεύει λυτρωτικά
ν’ αναπαυτεί στ’ άρμενα των αιώνων.
Απλώνω τα χέρια μου και τ΄ ακουμπώ
 ουράνια οπτασία,
 δώρο γλυκό σαν προσευχή,
που γεφυρώνει τους χτύπους της καρδιάς μου
 κι απόψε γεμίζει την άδεια μου ζωή!
Στέκω γυμνός στο κάλεσμα,
στο μάγεμα τ’ απείρου
κι είν’ οι ευχές σας πινελιές
 στον πίνακα του κόσμου.
Άρτιο δώρο -γοητευτικής αθωότητας-
 που ακουμπά εσάς που αγαπάω!

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2016

Εξομολόγηση

 Υπάρχουν στιγμές που η ψυχή μας πονά
κι είναι οι ενοχές κύμα αλμυρό.
Αόρατοι θεατές του εαυτού μας
ψηλαφούμε την τύχη παιδαριωδώς
και στην αναγέννηση υπολογίζουμε αξίες.
Μοιάζει η καρδιά μας γη που διψά
και θλίβεται, γεννιέται, πεθαίνει
απέναντι στο αόρατο βρίσκεται μεθυσμένη.
 Μοιάζουμε βάρβαρα φαντάσματα
 στην αστείρευτη πραγματικότητα του χρόνου.
 Εξομολόγηση, δικαίωση των ενοχών!
 Πρόφαση για σπαραγμό ζητούμε συγχώρεση,
 καθάριο φως μας προσπερνά και χάνεται
 σκιώδεις εικόνες ηθικής στα βλέμμα των άλλων.
Διεφθαρμένοι σε μια αέναη ροή ηθικής παρακμής
 εκδικούμαστε των κενών μας το εφικτό.
Στην άρνησή μας να ταπεινωθούμε, ναυαγούμε.
Παντοδύναμε, ελέησόν μας!

Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Πνιγμένες κραυγές

 Χρόνια βασανίζω τη συνείδησή μου
 στο αδιανόητο μεγαλείο της ποίησης.
Υποταγμένος στην αιωνιότητά μου
αρδεύω ματαιοδοξία
 να ευφρανθούν οι οδύνες μου!
 Στον αμφίβολο σπαραγμό μου
διατυμπανίζουν ενοχές,
 πνιγμένες κραυγές…

 Στη σκιά του Γολγοθά μου ζητώ συχώριο,
είμαι ο εκλεκτός αλλά μου λείπει η χάρις!

 Πνιγμένες κραυγές εγκλωβισμένες σε λέξεις
 γυρεύουν ανάσταση απ’ τα υπόγεια του Άδη.
 Κραυγές που διαιωνίζουν τη μνήμη…
Διαποτισμένες αλήθειες με ερημώνουν!
 Κι όμως… συνεχίζω να υπάρχω!
Υπάρχω στις επιλεκτικές μου κραυγές
 και συλλογίζομαι την άρνησή μου να σιωπήσω,
μα με τις κραυγές μου αγγίζω το Θεό!
Διακηρυγμένες σιωπές

 Πόση ψυχή να ξοδέψω για ό,τι αγάπησα
στις διακηρυγμένες σιωπές του λόγου;
 Έχουν ένα λευκό ένδυμα αυτές οι σιωπές,
νέφος σκιάς, σπερματικό όνειρο
στο ιδανικό τέλος του υπάρχειν…

 Δεν υπάρχει μοναξιά στην σιωπή,
τη συντροφεύει η ορμή της στιγμής…
 γεύμα ανέραστο που ενεργεί ασφυκτικά
 το ψιθύρισμα τ’ αγέραστου ανέμου,
 στη διατήρηση του θανάτου.

 Διακηρυγμένες σιωπές με πολεμούν,
 κλειδώνουν αγάπες που λείπουν
 σ’ αναστημένους ουρανούς.
 Στη μοναξιά που με κρατούν
 ζω τη στιγμή στη νοσταλγία της σιωπής!

 Νοσταλγικές ερωτικές οπτασίες
 στην αέναη επιδίωξη της ζωής!

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Μνήμες βλεμμάτων

 Βαθιά θάλασσα τα μάτια μας
 που μέσα τους κυματίζουν αδυσώπητες μνήμες.
 Έχει ένα βλέμμα αβεβαιότητας τούτη η ανθρωπότητα.
 Έχει υφασμένο το «εγώ» των αναμνήσεων
 κι είν’ αμείλικτο το μαστίγωμα της ψυχής μου
 κάθε φορά που αυλακώνει το μυαλό μου
το τρισύλλαβο «μνήσθητι»…
 Θυμήσου!

 Και τι να θυμηθώ; Ω, ναι! τον άνθρωπο!
 Ο άνθρωπος!...Και τι είναι ο άνθρωπος;
 Στοχευόμενη μονάδα στη μάζα της κοινωνίας
 που θαρρεί πως ζει ευτυχισμένος μες σ’ ένα ψέμα.
 Διαιρεμένος σε πλασματικά πάθη
 παλεύει για αυθύπαρξη
 και εξωθεί τη ζωή του σ’ ένα μοιραίο,
 μοναχικό τέλος!

Μνήμες βλεμμάτων προβάλουν ως κόσμημα
στις διαβεβλημένες συνήθειες των καιρών,
 με γοητεύουσα στοργή και ευμορφία,
σκορπούν το άρωμα της αγάπης τους στην οικουμένη!
 Και μόνο με τη μνήμη κάποιων βλεμμάτων
 μπορώ να προχωρώ, χωρίς φόβο,
στον άγνωστο πολυκύμαντο ωκεανό της ζωής!
Αχ, Θεέ μου, πόση μοναξιά χρειάζεται να ξοδέψω,
για να διαρρήξω τις συνδέσεις με το παρελθόν μου;

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Τ’ ανείπωτα όνειρα

 Σε μια παράλληλη σκέψη
όταν τα βράδια μας κουραστούν
 κράτα αυτές τις σκέψεις, μάτια μου,
 και μη μιλάς…
 Ακρωτηρίασε τις ηδονές η νύχτα
 κρυμμένες στην ντροπή.
Νοτισμένο αγκάθι το κορμί σου
 αιμορραγεί στα εχθρικά σου όνειρα.
Πρόσμενε τ’ ανείπωτα όνειρα
που σαν λυχνοστάτης θερμαίνουν
 τα ευφρόσυνα περασμένα.
Ανείπωτα όνειρα που τ’ αγλαΐζουν Νεράιδες
στις χρυσοφτέρωτες νύχτες
να σ’ ακουμπήσουν γυρεύουν!
Και γω, πειρατής στης ψυχή σου το ανθονήσι
ξοδεύω άσκοπα τις νύχτες μου
 αγκαλιάζοντας του χρόνου ερείπια,
μπας και κλέψω « τα λείπω» που ξεμακραίνουν…
Άναψε ένα τσιγάρο να ’χεις παρέα
 και ρούφα της ζωής « τα λείπω»…
 και σαν ξημερώσει,
 ονειρέψου τις ώρες που στην απουσία σου με καταδιώκουν…
Η γειτονιά μου

Χρόνια υπάρχει στην γειτονιά μου
 η στέγη του κόσμου,
ο ίδιος ουρανός!
 Έχουν τα σπίτια τα χρώματά του
 και η αυλές μας φαντάζουν λευκές
 -σαν χειμωνιάτικα σύννεφα-
 λερωμένες με την αθωότητα της νιότης.

 Την γειτονιά μου, την καθαγίασαν τις νύχτες
 τα ασφυρηλάτητα όνειρα της ζωής,
 η αθωότητα της αγάπης
κι είν’ η ανάμνησή τους διαχρονικές μελωδίες
στις ματωμένες ψυχές μας
που παρεπιδήμησαν σε άλλους προορισμούς!

 Στη γειτονιά μου θα ξαναγυρίσω
 και θα προσμένω τις νύχτες το λευκό
ως σιωπηλός ενοικιαστής των ονείρων!
 Στης ατμοσφαιρικές μυρωδιές των κήπων
ως μοναχικός εραστής της νιότης
 θα αγκαλιάζω τα εφήμερα αύριο!