Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Πνιγμένες κραυγές

 Χρόνια βασανίζω τη συνείδησή μου
 στο αδιανόητο μεγαλείο της ποίησης.
Υποταγμένος στην αιωνιότητά μου
αρδεύω ματαιοδοξία
 να ευφρανθούν οι οδύνες μου!
 Στον αμφίβολο σπαραγμό μου
διατυμπανίζουν ενοχές,
 πνιγμένες κραυγές…

 Στη σκιά του Γολγοθά μου ζητώ συχώριο,
είμαι ο εκλεκτός αλλά μου λείπει η χάρις!

 Πνιγμένες κραυγές εγκλωβισμένες σε λέξεις
 γυρεύουν ανάσταση απ’ τα υπόγεια του Άδη.
 Κραυγές που διαιωνίζουν τη μνήμη…
Διαποτισμένες αλήθειες με ερημώνουν!
 Κι όμως… συνεχίζω να υπάρχω!
Υπάρχω στις επιλεκτικές μου κραυγές
 και συλλογίζομαι την άρνησή μου να σιωπήσω,
μα με τις κραυγές μου αγγίζω το Θεό!
Διακηρυγμένες σιωπές

 Πόση ψυχή να ξοδέψω για ό,τι αγάπησα
στις διακηρυγμένες σιωπές του λόγου;
 Έχουν ένα λευκό ένδυμα αυτές οι σιωπές,
νέφος σκιάς, σπερματικό όνειρο
στο ιδανικό τέλος του υπάρχειν…

 Δεν υπάρχει μοναξιά στην σιωπή,
τη συντροφεύει η ορμή της στιγμής…
 γεύμα ανέραστο που ενεργεί ασφυκτικά
 το ψιθύρισμα τ’ αγέραστου ανέμου,
 στη διατήρηση του θανάτου.

 Διακηρυγμένες σιωπές με πολεμούν,
 κλειδώνουν αγάπες που λείπουν
 σ’ αναστημένους ουρανούς.
 Στη μοναξιά που με κρατούν
 ζω τη στιγμή στη νοσταλγία της σιωπής!

 Νοσταλγικές ερωτικές οπτασίες
 στην αέναη επιδίωξη της ζωής!

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Μνήμες βλεμμάτων

 Βαθιά θάλασσα τα μάτια μας
 που μέσα τους κυματίζουν αδυσώπητες μνήμες.
 Έχει ένα βλέμμα αβεβαιότητας τούτη η ανθρωπότητα.
 Έχει υφασμένο το «εγώ» των αναμνήσεων
 κι είν’ αμείλικτο το μαστίγωμα της ψυχής μου
 κάθε φορά που αυλακώνει το μυαλό μου
το τρισύλλαβο «μνήσθητι»…
 Θυμήσου!

 Και τι να θυμηθώ; Ω, ναι! τον άνθρωπο!
 Ο άνθρωπος!...Και τι είναι ο άνθρωπος;
 Στοχευόμενη μονάδα στη μάζα της κοινωνίας
 που θαρρεί πως ζει ευτυχισμένος μες σ’ ένα ψέμα.
 Διαιρεμένος σε πλασματικά πάθη
 παλεύει για αυθύπαρξη
 και εξωθεί τη ζωή του σ’ ένα μοιραίο,
 μοναχικό τέλος!

Μνήμες βλεμμάτων προβάλουν ως κόσμημα
στις διαβεβλημένες συνήθειες των καιρών,
 με γοητεύουσα στοργή και ευμορφία,
σκορπούν το άρωμα της αγάπης τους στην οικουμένη!
 Και μόνο με τη μνήμη κάποιων βλεμμάτων
 μπορώ να προχωρώ, χωρίς φόβο,
στον άγνωστο πολυκύμαντο ωκεανό της ζωής!
Αχ, Θεέ μου, πόση μοναξιά χρειάζεται να ξοδέψω,
για να διαρρήξω τις συνδέσεις με το παρελθόν μου;

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Τ’ ανείπωτα όνειρα

 Σε μια παράλληλη σκέψη
όταν τα βράδια μας κουραστούν
 κράτα αυτές τις σκέψεις, μάτια μου,
 και μη μιλάς…
 Ακρωτηρίασε τις ηδονές η νύχτα
 κρυμμένες στην ντροπή.
Νοτισμένο αγκάθι το κορμί σου
 αιμορραγεί στα εχθρικά σου όνειρα.
Πρόσμενε τ’ ανείπωτα όνειρα
που σαν λυχνοστάτης θερμαίνουν
 τα ευφρόσυνα περασμένα.
Ανείπωτα όνειρα που τ’ αγλαΐζουν Νεράιδες
στις χρυσοφτέρωτες νύχτες
να σ’ ακουμπήσουν γυρεύουν!
Και γω, πειρατής στης ψυχή σου το ανθονήσι
ξοδεύω άσκοπα τις νύχτες μου
 αγκαλιάζοντας του χρόνου ερείπια,
μπας και κλέψω « τα λείπω» που ξεμακραίνουν…
Άναψε ένα τσιγάρο να ’χεις παρέα
 και ρούφα της ζωής « τα λείπω»…
 και σαν ξημερώσει,
 ονειρέψου τις ώρες που στην απουσία σου με καταδιώκουν…
Η γειτονιά μου

Χρόνια υπάρχει στην γειτονιά μου
 η στέγη του κόσμου,
ο ίδιος ουρανός!
 Έχουν τα σπίτια τα χρώματά του
 και η αυλές μας φαντάζουν λευκές
 -σαν χειμωνιάτικα σύννεφα-
 λερωμένες με την αθωότητα της νιότης.

 Την γειτονιά μου, την καθαγίασαν τις νύχτες
 τα ασφυρηλάτητα όνειρα της ζωής,
 η αθωότητα της αγάπης
κι είν’ η ανάμνησή τους διαχρονικές μελωδίες
στις ματωμένες ψυχές μας
που παρεπιδήμησαν σε άλλους προορισμούς!

 Στη γειτονιά μου θα ξαναγυρίσω
 και θα προσμένω τις νύχτες το λευκό
ως σιωπηλός ενοικιαστής των ονείρων!
 Στης ατμοσφαιρικές μυρωδιές των κήπων
ως μοναχικός εραστής της νιότης
 θα αγκαλιάζω τα εφήμερα αύριο!

Σάββατο 14 Μαΐου 2016

Μοιράστηκα

Σε δυο αιώνες μοίρασα ολάκερη τη ζωή μου,
ο ένας με ώθησε κι ο άλλος με κατατρώει
και ταξιδεύω στις ράγες του χρόνου,
άπατρις!
Μοιάζω σαν καταδικασμένος ένοικος
που χρέη κουβαλά και κρύβεται…
που έκανε τόπους γειτονιές και δραπετεύει νύχτα.
Μοιράστηκα στο πριν και στο μετά απόθεμα,
δικαίωση που διαιρεί τα πάθη.
Το παρελθόν μου έκλεψε την ανεμελιά,
τη νιότη απ’ το κορμί μου
κι ο ενεστώτας μου χάρισε ασύμβατη
σοφία στην ζωή μου.
Μοιράστηκα σε δυο αγκαλιές να μάθω την αγάπη,
φιλόστοργη της μάνας η πρωτιά
και η άλλη αγκαλιά του κόσμου η απάτη.
Μοιράστηκα σε αθεράπευτους πειρασμούς
και αντιστάθηκα εκεί που τερματίζουν οι οδύνες,
ελεύθερος να αντικρύσω την μηδαμινότητά μου.
Μοιράστηκα σαν γόνιμη ευχή που πόνους θεραπεύει
και συνεχίζω να μοιράζομαι
σαν μάνα τ’ ουρανού αξόδευτο,
-διανεμημένη τροφή-
να κεραστούν εφήμερα διαβάτες πεινασμένοι!

Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Εκφυλισμένη αυταπάτη

Και πίστευα πως έχω χρέος ιερό
τον τόπο που με θρέφει να προσκυνώ,
μα, εγώ θρέφω τούτο τον τόπο
με τις σάρκες της ψυχής μου.
Λανθασμένη ευλάβεια
στον αναστεναγμό της εγρήγορσης,
της εκφυλισμένης αυταπάτης
που λεηλατεί τα αδιέξοδα.
Το να απουσιάζεις απ’ την ζωή σου
είν’ το εδώ μικρογραφία θανάτου!
Η αναμονή μου είν’ αμαρτία που με λερώνει
και μ’ οδηγεί στο πουθενά!
Τόσα αδιέξοδα γίνανε δώρα
δράση στον πόλεμό μου
που με φίλεψαν μολυσμένη διάρκεια!
Χαρίζομαι καταστροφή στον όλεθρο,
γκρεμίζομαι κάποιες νύχτες μοναχικές
και με διακριτική σεμνότητα
μου χαρίζω την αιωνιότητα!